Γράφει ο Δημήτρης ΙατρόπουλοςΟρκίζομαι,
Στο Ξεχωριστό και στο Ιδιαίτερο,
Αυτής εδώ της Πατρίδας.
Στις πανάρχαιες πεδιάδες της.
Στα ζωντανά βουνά και στα ιερά ποτάμια της.
Στις Αρχαίες κολώνες.
Στα γεμάτα σοφία και υπομονή βράχια
Του Αρχιπελάγους της.
Στα χαρακωμένα πρόσωπα των γερόντων της.
Στα παραμύθια της γιαγιάς
Και στο πρώτο σκίρτημα της άνοιξης.
Στα ματωμένα ρούχα των ηρώων,
Και στις στολές των πολεμιστών
Που θάφτηκαν στο χιόνι..
Ορκίζομαι
Στον Έρωτα που ποτέ δεν ρωτάει,
Και στην Αγάπη που απαντάει σε όλα..
Ορκίζομαι
Στο αιώνιο κάλεσμα των ανέμων
Που περνάνε τραγουδώντας
Πάνω απ τα νησιά μας,
Στην περικεφαλαία της Αθηνάς
Που την χάρισε στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη,
Στα αγόρια που παίζανε αμπάριζα και πρωτελιά,
Στα κορίτσια που παίζανε κουτσό και σχοινάκι,
Στις ασβεστωμένες πέτρες
Που στολίζανε τα πεύκα στην κατασκήνωση,
Στο Σωτήρη Πέτρουλα
Και στον Αλέκο Παναγούλη,
Στα πανάρχαια τραγούδια μας,
Και στους χιλιάδες ποιητές μας.
Ορκίζομαι
Στους Θεούς και στον Θεό,
Στον προστάτη Χριστό
Και στο Χρήστο που έλιωσε στη φυλακή
Χωρίς προστάτη,
Στη Μαρία που την σακάτεψε η ηρωίνη,
Και στην Κατερίνα που κοιμήθηκε για πάντα
Μέσα στα ποιήματά της,
Στον Παύλο που στήθηκε στο απόσπασμα Τραγουδώντας
Και στο τελευταίο χαμόγελο του Ευαγόρα
Μπροστά στο ικρίωμα..
Ορκίζομαι
Στους χιλιάδες αδελφούς μου,
Που αυτοπυροβολήθηκαν,
Πνίγηκαν, κρεμάστηκαν, και φεύγουν Καθημερινά,
Τούτες τις ύπουλες μέρες,
Επειδή οι προδότες, τους βουλιάξανε
Στο βρομερό παιχνίδι τους..
Ορκίζομαι
Στους Αγέννητους ΄Ελληνες,
Στα παιδιά και στα εγγόνια μας,
Που περιμένουν με υπομονή να κατεβούν Ανάμεσά μας
Για να βρούνε μια πατρίδα καθαρή
Και προκομμένη.
Ορκίζομαι
Στα όνειρα που ακόμη δεν πήραν εκδίκηση
Όπως το ζήτησεν ο Ποιητής,
Στο σκονισμένο εικονοστάσι
Και στον ερειπωμένο καφενέ,
Στους χιλιάδες περήφανους συμπατριώτες μου,
Που ανοίγουν στα συσσίτια το στόμα τους,
Σαν τα πρωτόβγαλτα χελιδόνια
Για μια μπουκιά ψωμί..
Ορκίζομαι τέλος,
Στο πανάγιο αίμα και στο άγριο βλέμμα
Των ανθρώπων της φυλής μου
‘Ότι αυτήν εδώ την Πατρίδα:
Δεν θα τη χαρίσω σε κανέναν ξένο
Δεν θα την εκχωρήσω σε κανέναν προδότη
Δεν θα την υποθηκεύσω σε κανέναν τοκογλύφο
Δεν θα την ξευτιλίσω για χατίρι κανενός
Πουλημένου πολιτικού καθάρματος...
Και θα πράξω ότι περνάει απ το χέρι μου
Μέσα από τους Νόμους και τους Θεσμούς
Της Δημοκρατίας μου,
Που Εγώ ίδρυσα εδώ και χιλιάδες χρόνια
Για λογαριασμό όλης της Ανθρωπότητας,
Ώστε να ξανασηκωθεί όρθια
Και να προκόψει ξανά.
Όμως, αν οι εχθροί μου,
Οι ντόπιοι προδότες κι οι ξένοι εισβολείς,
Δεν ακούσουν τη φωνή μου μέσα από το Νόμο,
Τότε θα τραβήξω την κουρτίνα της Ιστορίας μου
Και θα σύρω για μιαν ακόμη φορά,
Το παλιό μαχαίρι απ το θηκάρι.
Ορκίζομαι να ζήσω
Σε μιαν ελεύθερη Ελλάδα
Και να πεθάνω όπως μου ταιριάζει,
Όταν έρθει η ώρα μου,
Σαν ελεύθερος Έλληνας...
ΠΗΓΗ
Στο Ξεχωριστό και στο Ιδιαίτερο,
Αυτής εδώ της Πατρίδας.
Στις πανάρχαιες πεδιάδες της.
Στα ζωντανά βουνά και στα ιερά ποτάμια της.
Στις Αρχαίες κολώνες.
Στα γεμάτα σοφία και υπομονή βράχια
Του Αρχιπελάγους της.
Στα χαρακωμένα πρόσωπα των γερόντων της.
Στα παραμύθια της γιαγιάς
Και στο πρώτο σκίρτημα της άνοιξης.
Στα ματωμένα ρούχα των ηρώων,
Και στις στολές των πολεμιστών
Που θάφτηκαν στο χιόνι..
Ορκίζομαι
Στον Έρωτα που ποτέ δεν ρωτάει,
Και στην Αγάπη που απαντάει σε όλα..
Ορκίζομαι
Στο αιώνιο κάλεσμα των ανέμων
Που περνάνε τραγουδώντας
Πάνω απ τα νησιά μας,
Στην περικεφαλαία της Αθηνάς
Που την χάρισε στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη,
Στα αγόρια που παίζανε αμπάριζα και πρωτελιά,
Στα κορίτσια που παίζανε κουτσό και σχοινάκι,
Στις ασβεστωμένες πέτρες
Που στολίζανε τα πεύκα στην κατασκήνωση,
Στο Σωτήρη Πέτρουλα
Και στον Αλέκο Παναγούλη,
Στα πανάρχαια τραγούδια μας,
Και στους χιλιάδες ποιητές μας.
Ορκίζομαι
Στους Θεούς και στον Θεό,
Στον προστάτη Χριστό
Και στο Χρήστο που έλιωσε στη φυλακή
Χωρίς προστάτη,
Στη Μαρία που την σακάτεψε η ηρωίνη,
Και στην Κατερίνα που κοιμήθηκε για πάντα
Μέσα στα ποιήματά της,
Στον Παύλο που στήθηκε στο απόσπασμα Τραγουδώντας
Και στο τελευταίο χαμόγελο του Ευαγόρα
Μπροστά στο ικρίωμα..
Ορκίζομαι
Στους χιλιάδες αδελφούς μου,
Που αυτοπυροβολήθηκαν,
Πνίγηκαν, κρεμάστηκαν, και φεύγουν Καθημερινά,
Τούτες τις ύπουλες μέρες,
Επειδή οι προδότες, τους βουλιάξανε
Στο βρομερό παιχνίδι τους..
Ορκίζομαι
Στους Αγέννητους ΄Ελληνες,
Στα παιδιά και στα εγγόνια μας,
Που περιμένουν με υπομονή να κατεβούν Ανάμεσά μας
Για να βρούνε μια πατρίδα καθαρή
Και προκομμένη.
Ορκίζομαι
Στα όνειρα που ακόμη δεν πήραν εκδίκηση
Όπως το ζήτησεν ο Ποιητής,
Στο σκονισμένο εικονοστάσι
Και στον ερειπωμένο καφενέ,
Στους χιλιάδες περήφανους συμπατριώτες μου,
Που ανοίγουν στα συσσίτια το στόμα τους,
Σαν τα πρωτόβγαλτα χελιδόνια
Για μια μπουκιά ψωμί..
Ορκίζομαι τέλος,
Στο πανάγιο αίμα και στο άγριο βλέμμα
Των ανθρώπων της φυλής μου
‘Ότι αυτήν εδώ την Πατρίδα:
Δεν θα τη χαρίσω σε κανέναν ξένο
Δεν θα την εκχωρήσω σε κανέναν προδότη
Δεν θα την υποθηκεύσω σε κανέναν τοκογλύφο
Δεν θα την ξευτιλίσω για χατίρι κανενός
Πουλημένου πολιτικού καθάρματος...
Και θα πράξω ότι περνάει απ το χέρι μου
Μέσα από τους Νόμους και τους Θεσμούς
Της Δημοκρατίας μου,
Που Εγώ ίδρυσα εδώ και χιλιάδες χρόνια
Για λογαριασμό όλης της Ανθρωπότητας,
Ώστε να ξανασηκωθεί όρθια
Και να προκόψει ξανά.
Όμως, αν οι εχθροί μου,
Οι ντόπιοι προδότες κι οι ξένοι εισβολείς,
Δεν ακούσουν τη φωνή μου μέσα από το Νόμο,
Τότε θα τραβήξω την κουρτίνα της Ιστορίας μου
Και θα σύρω για μιαν ακόμη φορά,
Το παλιό μαχαίρι απ το θηκάρι.
Ορκίζομαι να ζήσω
Σε μιαν ελεύθερη Ελλάδα
Και να πεθάνω όπως μου ταιριάζει,
Όταν έρθει η ώρα μου,
Σαν ελεύθερος Έλληνας...
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.